Μητέρα στα 40

Μία στις πέντε γυναίκες σήμερα στη χώρα μας κάνει το πρώτο της παιδί μετά τα 35. Το 1975 το 5% των γυναικών άνω των 30 ετών έμεναν έγκυες. Σήμερα το ποσοστό είναι 25%. Οι εγκυμοσύνες γυναικών ηλικίας 35-39 ετών έχουν αυξηθεί κατά 100% από το 1975. Διπλάσιες είναι σήμερα από το 1980 και οι εγκυμοσύνες γυναικών 40-44 ετών.
Στην άκρη του φάσματος αναφέρονται συστηματικά την τελευταία πενταετία στις ΗΠΑ που μετρά 4 εκατομμύρια γεννήσεις τον χρόνο, 4.000 γέννες ετησίως γυναικών ηλικίας 45-49 ετών και 250 γέννες γυναικών ηλικίας 50-54 ετών.

Η μητρότητα λίγο πριν και μετά τα 40 είναι ένα φαινόμενο, της τελευταίας 30ετίας, όλο και αυξανόμενο. Σε αυτό έχουν οδηγήσει οι μεγάλες αλλαγές στη θέση και στον ρόλο της γυναίκας στην κοινωνία. Η ταυτότητα του φύλου έχει αποσυνδεθεί από τους ρόλους της συζύγου. Οι γυναίκες σπουδάζουν, στήνουν καριέρες, κάνουν ένα σωρό πράγματα που καθυστερούν το ξεκίνημα μιας οικογένειας. Προσθέστε σε αυτό και τη δυσκολία εύρεσης συζύγου στην εποχή μας και έχουμε τις 40άρες μητέρες.
Οι καλές ειδήσεις είναι ότι οι περισσότερες έχουν καλές εγκυμοσύνες και υγιή μωρά και ότι δεν διαφοροποιούνται όσον αφορά το ψυχολογικό κομμάτι, δεν εμφανίζουν προβλήματα ψυχοπαθολογικά.
Εν τούτοις, οι μελέτες δείχνουν ότι οι γυναίκες άνω των 35 ετών και ιδίως άνω των 40 μπορούν να αντιμετωπίσουν μερικούς πρόσθετους κινδύνους, για τους οποίους πρέπει να είναι ενήμερες. Η «Ε» άντλησε τα παραπάνω στοιχεία και πολλά περισσότερα μιλώντας με τον Γιώργο Μπουλινάκη, καθηγητή Μαιευτικής – Γυναικολογίας, τον επίσης καθηγητή Μαιευτικής – Γυναικολογίας Γιώργο Φαρμακίδη, τον Γιάννη Ζέρβα, επίκουρο καθηγητή Ψυχιατρικής Πανεπιστημίου Αθηνών, υπεύθυνο του Ιατρείου Ψυχικής Υγείας Γυναικών Αιγινήτειου Νοσοκομείου, και τον Μηνά Μαστρομηνά, χειρουργό – γυναικολόγο – μαιευτήρα.
Οι μισές άνω των 40 με προβλήματα γονιμότητας
«Στη σύγχρονη κοινωνία τις τελευταίες δεκαετίες οι γυναίκες έχουν καταξιωθεί. Εχουν καταφέρει με τη μόρφωσή τους και τον δυναμισμό τους να κάνουν έντονη την παρουσία τους στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα εργασίας, στις τέχνες και στα γράμματα, στην πολιτική και την κοινωνική ζωή της χώρας. Αυτή όμως η καταξίωση δημιουργεί μια καθυστέρηση στην οργάνωση της οικογένειάς τους και, κατ’ επέκταση, στη γέννηση των παιδιών τους». Τα λόγια είναι του καθηγητή Γυναικολογίας – Μαιευτικής Γιώργου Μπουλινάκη. Η «Ε» μίλησε μαζί του για τους κινδύνους μιας εγκυμοσύνης σε ηλικία άνω των 35 ετών.
«Μία στις πέντε γυναίκες σήμερα κάνει το πρώτο της παιδί μετά τα 35. Οι καλές ειδήσεις είναι ότι οι περισσότερες έχουν καλές εγκυμοσύνες και υγιή μωρά. Εντούτοις, οι μελέτες δείχνουν ότι οι γυναίκες άνω των 35 ετών, και ιδίως άνω των 40, μπορούν να αντιμετωπίσουν μερικούς πρόσθετους κινδύνους, για τους οποίους πρέπει να είναι ενήμερες».

Γονιμότητα
Οι γυναίκες αυτές, τονίζει ο καθηγητής Γ. Μπουλινάκης, συνήθως εμφανίζουν κάποια μείωση στη γονιμότητα, που οφείλεται σε ήπιες διαταραχές της ωορρηξίας τους και σε διάφορες παθήσεις, με κύριες αυτές της ενδομητρίωσης και των χρόνιων φλεγμονών του τραχήλου και των σαλπίγγων. «Εάν μια γυναίκα άνω των 35 δεν έχει συλλάβει μέσα σε 6 μήνες προσπάθειας, πρέπει να συμβουλευτεί τον γιατρό της. Στατιστικά έχει αποδειχτεί ότι το 1/3 των γυναικών μεταξύ 35 και 39 ετών έχουν προβλήματα γονιμότητας, καθώς και οι μισές άνω των 40 ετών».
Ποιοι παράγοντες συμβάλλουν στη δυσκολία της σύλληψης;
«Το κάπνισμα, η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ, η παχυσαρκία, οι παθήσεις του θυρεοειδούς, ο σακχαρώδης διαβήτης, η νεφροπάθεια και άλλες μεταβολικές ασθένειες. Το ευχάριστο είναι πως οι παραπάνω καταστάσεις μπορούν να αντιμετωπιστούν επιτυχώς. Λόγω των διαφόρων θεραπευτικών μεθόδων που έχουμε στη διάθεσή μας για την υποβοήθηση της γονιμότητας, οι γυναίκες άνω των 35 ετών έχουν μεγάλες πιθανότητες να κυοφορήσουν δίδυμα ή τρίδυμα».

Χρωμοσωμιακές ανωμαλίες
«Είναι γνωστό ότι οι γυναίκες άνω των 35 ετών εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο να γεννήσουν παιδιά με χρωμοσωμιακές ανωμαλίες, οι οποίες εξαρτώνται και από την ηλικία του συζύγου» αναφέρει ο καθηγητής Γ. Μπουλινάκης. «Οι διαταραχές αυτές είναι πολλαπλές, από το σύνδρομο Down μέχρι δυσπλασία του εμβρύου.
Σήμερα είναι γνωστό ότι:
* Στην ηλικία των 25 ετών μια γυναίκα έχει μία πιθανότητα στις 1.250 να γεννήσει προβληματικό παιδί.
* Στα 30 μία στις 1.000 πιθανότητες
* Στα 35 μία στις 400 πιθανότητες
* Στα 40 μία στις 100 πιθανότητες
* Στα 45 μία στις 30
* Στα 49 μία στις 10».

Επομένως, βάσει των ιατρικών δεδομένων, προσθέτει, οι γυναίκες άνω των 35 ετών πρέπει να ελέγχουν το έμβρυο με δύο μεθόδους:
«1. Εξέταση τροφοβλάστης μεταξύ 12ης και 13ης εβδομάδας. Στην εξέταση αυτή παίρνουμε βιοψία από τον αρχόμενο πλακούντα του εμβρύου με τη βοήθεια υπερήχου.
2. Αμνιοπαρακέντηση μεταξύ 16ης και 18ης εβδομάδας. Πάλι με τη βοήθεια υπερήχου λαμβάνουμε αμνιακό υγρό, το οποίο στέλνουμε για εξέταση.
Τελευταία μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε και το διευρυμένο τεστ, με το οποίο ελέγχουμε για 12 νοσήματα επιπλέον, τα οποία οφείλονται σε συχνά γονιδιακά σύνδρομα. Είναι γνωστό ότι ορισμένες γυναίκες, λόγω του φόβου της πιθανής αποβολής από τις δύο ανωτέρω μεθόδους, αλλά και από προσωπικούς ή θρησκευτικούς λόγους, αρνούνται τον έλεγχο αίματος και υπερήχου μεταξύ 12ης και 13ης εβδομάδας, οι οποίοι έχουν 95% πιστότητα».
Ο κίνδυνος αποβολής τους τρεις πρώτους μήνες αυξάνεται με την ηλικία, επισημαίνει ο Γ. Μπουλινάκης. «Για τις γυναίκες 35-40 ετών ο κίνδυνος είναι περίπου στο 20%, ενώ για τις γυναίκες 40-45 ετών είναι 50%.
Οι γυναίκες άνω των 35 ετών μπορούν να αντιμετωπίσουν περισσότερες επιπλοκές από τις νεότερες γυναίκες, όπως είναι ο διαβήτης της κυήσεως, προβλήματα χαμηλής εγκατάστασης του πλακούντα στη μήτρα (πρόδρομος πλακούς) και πρόωρο τοκετό (πριν από την 37η εβδομάδα της κύησης). Επίσης μπορεί να γεννήσουν έμβρυα χαμηλότερου βάρους και περισσότερο ευαίσθητα, ενώ τακτικά εμφανίζεται υπέρταση, που προκαλεί φόβο εκλαμψίας, προεκλαμψίας».
Μπορούν να αποφευχθούν οι παραπάνω καταστάσεις;
«Η πλειονότητα όλων των παραπάνω περιστατικών μπορεί να αποφευχθεί με καλή διατροφή, αποφυγή καπνίσματος, λήψη βιταμινών -ιδίως φιλικού οξέως-, κατανάλωση πάντα καλοψημένου κρέατος και αποφυγή πάσης φύσεως κονσερβών. Βεβαίως, οφείλουν οι γυναίκες αυτές να είναι σε διαρκή ιατρικό έλεγχο και επικοινωνία με τον ιατρό τους. Ως τελευταίο πρέπει να γνωρίζουν ότι στη γέννηση του μωρού τους είναι πολύ αυξημένες οι πιθανότητες καισαρικής τομής».

Για τους άνδρες τι ισχύει;
«Οι άνδρες άνω των 45 ετών, για να έχουν υγιές σπέρμα, πρέπει να αποφεύγουν το κάπνισμα και το αλκοόλ, να γυμνάζονται, να διατρέφονται σωστά, αποφεύγοντας να είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι».
«Ολα αντιμετωπίζονται αρκεί να εντοπίζονται προ της εγκυμοσύνης»
«Οσο κι αν έχει προοδεύσει η επιστήμη της αναπαραγωγής, ακόμα κι αν μαθαίνουμε καθημερινά για γυναίκες που γεννούν στα 40, 50, 60 ή 70 τους χρόνια, η ιδανική ηλικία κυοφορίας είναι τα 25 έτη, ενώ ιδανική δεκαετία τα 25-35 χρόνια. Για τους άνδρες η καλύτερη βιολογική ηλικία είναι τα 35 και μέχρι τα 45 χρόνια».
Τα παραπάνω είπε στην «Ε» ο καθηγητής Γυναικολογίας – Μαιευτικής Γιώργος Φαρμακίδης.
«Οι γυναίκες που έχουν κλείσει τα 40 έχουν χρόνια νοσήματα όπως είναι η υπέρταση, ο διαβήτης, τα αναπνευστικά και τα καρδιακά νοσήματα, τα οποία επιτείνονται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Ολες οι γυναίκες που σχεδιάζουν να μείνουν έγκυες μετά τα 35 πρέπει να έχουν πλήρεις ιατρικές εξετάσεις και προγεννητικό έλεγχο πριν οδηγηθούν σε οποιαδήποτε εγκυμοσύνη. Ενα ποσοστό όμως αυτών δεν έχει επιβαρημένο κληρονομικό ή παθολογικό ιστορικό. Ετσι εάν εξαιρέσουμε τις συγγενείς ανωμαλίες, η εγκυμοσύνη δεν είναι αποτρεπτική».
Διατρέχει κίνδυνο μια γυναίκα με επιβαρημένη υγεία άνω των 35 ή 40 ετών;
«Η επιστήμη έχει προοδεύσει και όλα αντιμετωπίζονται όσον αφορά τη μητέρα, απλά πρέπει να εντοπίζονται προ της εγκυμοσύνης και να ελέγχονται κατά τη διάρκεια. Στις οργανωμένες μονάδες φροντίδας η αντιμετώπιση της εγκύου είναι επιτυχής κι σπανίως προκαλεί προβλήματα υγείας μη αναστρέψιμα. Και το νεογνό όμως έχει πάρα πολύ καλή έκβαση εάν γεννηθεί πάνω από τις 32 εβδομάδες. Διότι το στοίχημα είναι να δώσεις στη μητέρα ένα υγιές μωρό. Τα τεστ προγεννητικού ελέγχου – αυχενική, Παπ Α, πολλαπλό τεστ 1ου και 2ου τριμήνου – εντοπίζουν σε ποσοστό 92-93% την πιθανότητα το έμβρυο να έχει μογγολισμό και η αμνιοπαρακέντηση συστήνεται για τον εντοπισμό άλλων χρωμοσωμιακών ανωμαλιών».

Και για τους άνδρες τι ισχύει;
«Η ικανότητα του σπέρματος μειώνεται όσο αυξάνεται η ηλικία του άνδρα. Στους άνδρες άνω των 55 ετών που τεκνοποιούν αυξάνονται οι πιθανότητες το έμβρυο να έχει συγγενείς και χρωμοσωμιακές ανωμαλίες καθώς και σχιζοφρένεια».
Μία στις τρεις 40άρες κάνει εξωσωματική
Το 1/3 των γυναικών στη χώρα μας που κάνουν θεραπεία εξωσωματικής είναι άνω των 40 ετών. Ο μέσος όρος ηλικίας των γυναικών που επιχειρούν την εξωσωματική είναι τα 37 χρόνια ηλικίας, ενώ οι περισσότερες γυναίκες είναι 36-40 ετών.
Η «Ε» μίλησε για την εξωσωματική γονιμοποίηση σε γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας με τον Μηνά Μαστρομηνά, χειρουργό – γυναικολόγο – μαιευτήρα. Νόμος του 2005 προβλέπει ότι το 50ό έτος ηλικίας είναι το όριο για για να αναζητήσει μία γυναίκα θεραπεία μέσω της εξωσωματικής γονιμοποίησης. Απαγορεύεται με διάφορες ποινές προς τους γυναικολόγους να επιχειρηθεί εξωσωματική γονιμοποίηση ύστερα από το ηλικιακό όριο αυτό. Αντίθετα για τους άντρες δεν υπάρχουν όρια.
«Πριν από λίγο καιρό αντιμετώπισα ένα πρόβλημα με μία γυναίκα η οποία στην πρώτη εγκυμοσύνη της στην τρίτη δεκαετία της ζωής της είχε καταψύξει έμβρυα τα οποία επανήλθε να τοποθετήσει μετά τα πενήντα της χρόνια. Λόγω της επιμονής της ρώτησα την Αρχή Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής η οποία εποπτεύει τον νόμο και έλαβα απάντηση αρνητική: “Η γυναίκα δεν μπορεί εφόσον έχει ξεπεράσει το 50ό έτος ηλικίας να χρησιμοποιήσει τα έμβρυα τα οποία πρέπει να καταστραφούν”», αναφέρει ο Μ. Μαστρομηνάς.

Πώς ερμηνεύετε τον νόμο;
«Είναι σωστός υπό την έννοια ότι και στη φύση μία γυναίκα μπορεί να τεκνοποιήσει φυσιολογικά μέχρι την ηλικία των 50. Ετσι, είναι δίκαιος».

Τι συνεπάγεται μία κύηση μέσω εξωσωματικής σε μεγαλή ηλικία;
«Μεγαλύτερους κινδύνους για τη μητέρα και το παιδί. Ηδη η κύηση με εξωσωματική σε οποιαδήποτε ηλικία αντιμετωπίζεται ως κύηση υψηλού κινδύνου. Εάν η μητέρα τώρα είναι άνω των 40 ετών, χρίζει ακόμα πιο ιδιαίτερης μέριμνας και φροντίδας».

Εάν η γυναίκα είναι άνω των 40 αλλά τα ωάρια δοτά γυναίκας 25 ετών;
«Τότε αντιμετωπίζεται πάλι ως κύηση υψηλού κινδύνου -όσον αφορά τις επιπλοκές της εγκύου- αλλά είμαστε πιο ήσυχοι για το παιδί».

Σήμερα έρχονται πιο πολλές γυναίκες που έχουν κλείσει τα 40 στο γραφείο σας;
«Βεβαίως. Οι συνθήκες για μια εργαζόμενη γυναίκα είναι όλο και πιο δύσκολες και μέχρι να εδραιωθούν στην εργασία τους έχουν φτάσει τα 40. Οι σημερινές κοινωνικές συνθήκες είναι τέτοιες που αναγκάζουν τις γυναίκες να παρατείνουν όλο καιπερισσότερο μία εγκυμοσύνη. Ακόμη έρχονται πολλές γυναίκες μεγάλης ηλικίας που αποτύγχαναν να συλλάβουν παιδί και μαθαίνοντας ότι κάποια συνομήλικη φίλη τους τα κατάφερε με την εξωσωματκή αποφασίζουν να το επιχειρήσουν και αυτές.

Εχει αυξηθεί και η προσέλευση γυναικών άνω των 40 ετών που έρχονται να κάνουν προσπάθεια με τράπεζες σπέρματος. Οι γυναίκες αυτές είναι οικονομικά ανεξάρτητες και ελεύθερες από κοινωνικές προκαταλήψεις, αποφασισμένες να δημιουργήσουν μονογονεϊκές οικογένειες».
Είναι μεγάλος ο αριθμός ανδρών που έρχονται να γίνουν δότες σπέρματος;
«Δυστυχώς, είναι πολύ μικρός, έως μηδενικός. Προσπαθούμε να ευαισθητοποιήσουμε τους συζύγους που έρχονται σε εμάς».

Και για τη γονιμότητα των ανδρών;
«Οι ευθύνες μοιράζονται 50-50. Το σπέρμα έχει υποστεί μια καθίζηση τις τελευταίες δεκαετίες κι αν συνεχίσουμε έτσι έπειτα από 30-40 χρόνια θα είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί μια φυσιολογική εγκυμοσύνη. Τα αίτια είναι περιβαλλοντικά, διατροφικά, τρόπου ζωής (καπνός, αλκοόλ). Ακόμα ένας λόγος είναι ο όλο και πιο αραιός αριθμός επαφών των ζευγαριών. Ακόμα και ζευγάρια 25-35 ετών απαντούν στα ερωτηματολόγιά μας -κατά πλειοψηφία- ότι έχουν μία επαφή την εβδομάδα».

Παρά την πρόοδο της επιστήμης η ιδανική ηλικία για να γίνει μια γυναίκα μητέρα είναι τα 25-30 χρόνια;
«Ναι. Η επιστήμη βοήθησε στο να αυξηθεί το προσδόκιμο ζωής κι αν στον μεσαίωνα ήταν 50 σήμερα είναι 75. Ωστόσο, το πότε θα μείνει μια γυναίκα έγκυος δεν άλλαξε».

Το γνωρίζουν αυτό γυναίκες και άνδρες;
«Δυστυχώς, υπάρχει άγνοια η οποία μας εκπλήσσει ακόμα και σε γυναίκες μορφωμένες για τη σχέση γονιμότητας και ηλικίας της γυναίκας. Η σχέση αυτή είναι αντίστροφη. Δηλαδή, όσο μεγαλώνει μια γυναίκα ηλικιακά τόσο μικραίνει η γονιμότητα και μετά τα 40 πέφτει κάτω από 20%».

Οι μητέρες μετά τα 40 είναι μπλεγμένες σε διάφορους ρόλους
Βιολογικά, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι γυναικολόγοι έχουν δίκιο: οι γυναίκες είναι προτιμότερο να μένουν έγκυες νέες, 25, 27, 30, 32 ετών.
Ωστόσο διαφοροποιήσεις στο ψυχολογικό κομμάτι των γυναικών αυτών σε σχέση με τις νεότερες δεν υπάρχουν όσον αφορά την ψυχοπαθολογία. Δεν υπάρχουν, δηλαδή, προβλήματα στις γυναίκες αυτές ψυχοπαθολογικά. Από όλο το φάσμα της γυναικείας ικανότητας αναπαραγωγής -από τα 15-50 χρόνια τα μεγαλύτερα ποσοστά κατάθλιψης σημειώνονται στις έφηβες μητέρες· οι υπόλοιπες ηλικιακές ομάδες δεν εμφανίζουν διαφορές», επισημαίνει ο Γιάννης Ζέρβας, επίκουρος καθηγητής Ψυχιατρικής.

Υπάρχουν κάποια κοινά στοιχεία στις γυναίκες αυτές;
«Κατ’ αρχήν εκείνο που συχνά συμβαίνει είναι ότι οι γυναίκες που γίνονται μητέρες μετά τα 40 καλούνται να αντιμετωπίσουν περισσότερες από μία μεταβάσεις: μετάβαση στη μητρότητα, μετάβαση στη δεκαετία των 40, μετάβαση στη φροντίδα των γονιών της, οι οποίοι μεγαλώνουν κ.ά. Είναι μπλεγμένες σε διάφορους ρόλους.
Γνωρίζουμε επίσης, όσον αφορά την εγκυμοσύνη, ότι ενοχλούνται λιγότερο από τα αρνητικά συμπτώματά της, τα αναμένουν και έτσι, τα ανέχονται ευκολότερα, είναι πιο αυτόνομες, πιο έτοιμες για τη μητρότητα. Οι γυναίκες αυτές έχουν πιο θετική εικόνα του σώματός τους κατά την εγκυμοσύνη – δεν θεωρούν ότι παραμορφώνονται, αντίθετα επιθυμούν την αλλαγή αυτή, τη θεωρούν όμορφη. Επίσης, βάζουν σεξ και σύζυγο σε δεύτερη μοίρα, δεν τις ενδιαφέρει η σεξουαλική ευχαρίστηση κατά την εγκυμοσύνη, συχνά και μετά. Οι γυναίκες αυτές έχουν μακρύτερους χρόνους ανάρρωσης από την εγκυμοσύνη και μεγαλύτερη δυσκολία στο θέμα της απομόνωσης που φέρνει το παιδί. Ο ενθουσιασμός τους όμως είναι μεγαλύτερος, η προσωπικότητά τους πιο συγκροτημένη και εμφανίζουν μεγαλύτερη ευκαμψία.

Γνωρίζουμε κι άλλα στοιχεία, όπως ότι οι γυναίκες αυτές, παρ’ όλο που είναι μεγαλύτερες σε ηλικία, αναφέρουν μικρότερη εμπειρία με μωρά. Ωστόσο η θέση του μωρού τους στη ζωή τους είναι εξαιρετικά κεντρική. Τα επίπεδα στρες την περίοδο της μητρότητας είναι αυξημένα. Επίσης, ξέρουμε ότι οι μεγαλύτερες σε ηλικία μητέρες εμφανίζουν λιγότερες παραδοσιακές τάσεις και ότι το μοντέλο ανατροφής των παιδιών τους θυμίζει αυτό των γιαγιάδων και των παππούδων, που κάνουν τα χατίρια των εγγονών τους και γενικότερα είναι πιο χαλαροί, λιγότερο αυστηροί.
Κάτι ακόμα που τις απασχολεί είναι αν θα μπορέσουν να είναι καλά, υγιείς, ώστε να μεγαλώσουν τα παιδιά τους. Οι σωματικές τους αντοχές είναι μειωμένες, ενώ δεν λαμβάνουν την ίδια βοήθεια από την οικογένειά τους – τους γονείς τους και τον σύζυγό τους».

Πόσο έτοιμες είναι οι γυναίκες αυτές;
«Οι γυναίκες αυτές είναι έτοιμες να γίνουν μητέρες. Εχουν περάσει πολλά για να το καταφέρουν. Αλλες έχουν αντιμετωπίσει την υπογονιμότητα, άλλες είχαν δυσκολία να βρουν σύζυγο, ένα μεγάλο κομμάτι πάλεψε με τα θέματα της ταυτότητας και της καριέρας. Ολα αυτά σχετίζονται με την ανάγκη καθυστέρησης της μητρότητας, η οποία είναι σταθμός της προσωπικής τους διαδρομής. Οι γυναίκες αυτές έχουν ζήσει, έχουν ταξιδέψει, έχουν εργαστεί… και είναι έτοιμες. Δεν είναι τυχαίο ότι οι περισσότερες έχουν προγραμματισμένες εγκυμοσύνες, δηλαδή πραγματοποιούν μια μακρόχρονη επιθυμία. Δεν είναι κάτι που απλώς τους προκύπτει, είναι κάτι που θέλουν και μπορούν τελικά να κάνουν. Διατηρούν δε, λόγω της δυνατής επιθυμίας για μητρότητα, στη διάρκειά της ή στη διάρκεια των προσπαθειών θετική στάση στις όποιες προειδοποιήσεις των γυναικολόγων, ενώ ενημερώνονται και συμμετέχουν ενεργά στη διαδικασία».

Τι θέση παίρνει το παιδί στη ζωή τους;
«Οι γυναίκες αυτές εστιάζουν στο παιδί. Μπορεί να το πει κανείς ένταση, διότι είναι αρκετά προσηλωμένες στον έλεγχο των καταστάσεων και, κυρίως, στον έλεγχο του κακού που μπορεί να συμβεί στο παιδί. Ανησυχούν περισσότερο για την ασφάλεια του παιδιού από νεότερες μητέρες, αλλά όχι σε παθολογικό βαθμό. Το παιδί γίνεται το νέο εστιακό σημείο. Οργανώνουν τα πράγματα γύρω από το παιδί. Δεν αφήνουν τίποτα στην τύχη από πολύ νωρίς, από τη στιγμή που αποφασίζουν ότι θα φέρουν στον κόσμο ένα παιδί. Θέτουν ψηλά τον πήχη για τον εαυτό τους, αλλά και για όσους τις περιβάλλουν – επαγγελματίες υγείας, σύζυγο κ.ά. Η εγκυμοσύνη και η μητρότητα για τις γυναίκες αυτές είναι πολύτιμες και δίνουν το 100% των προσπαθειών τους.
Νιώθουν πολύ έτοιμες για τη μητρότητα, κάνουν ανασκόπηση ζωής οι γυναίκες αυτές, ωστόσο προσπαθούν να συμβιβάσουν τα πάντα -παιδί, δουλειά, συζυγική ζωή, κοινωνική ζωή-, γνωρίζοντας όμως ότι το παιδί είναι το πιο σημαντικό γι’ αυτές. Η καριέρα και η ζωή που έχουν χτίσει χρειάζεται να συντηρηθούν, αλλά νιώθουν ενοχές που πρέπει να το κάνουν απέναντι στο παιδί. Νιώθουν ότι κλέβουν από το παιδί χρόνο όταν εργάζονται ή βγαίνουν με φίλους ή βρίσκονται με τον σύζυγό τους. Το μόνο που θέλουν είναι να μοιραστούν με το παιδί ή τα παιδιά τους όσα έχουν μάθει από τη ζωή τους».
Aρθρο της Ντάνι Βέργου, δημοσιεύτηκε στην Ελευθεροτυπία 23/8/2008